Σε περίπτωση καθυστέρησης εκτέλεσης των εργασιών ή υποβολής Παραδοτέου του αντικειμένου της σύμβασης με υπαιτιότητα του Αναδόχου, επιβάλλεται Ρήτρα Καθυστέρησης Παράδοσης. Η ρήτρα, για κάθε ημέρα καθυστέρησης παράδοσης, ανέρχεται σε ποσοστό της ημερήσιας συμβατικής αξίας των εργασιών ή του Παραδοτέου. Το ποσοστό αυτό πρέπει να ορίζεται (στους όρους της Συμφωνίας) από την Αναθέτουσα Αρχή λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό σπουδαιότητας του αντικειμένου της σύμβασης και συνήθως ανέρχεται στο 10% περίπου της ημερήσιας συμβατικής αξίας.

 Για τον υπολογισμό της ρήτρας, ο Συντονιστής θα πρέπει να συνυπολογίζει την ενδεχόμενη, εξαιτίας της καθυστέρησης, αδυναμία χρήσης άλλων παραδοτέων, που έχουν παραδοθεί προγενέστερα.

 Οι ρήτρες που έχουν επιβληθεί από την Αναθέτουσα Αρχή θα παρακρατούνται από την επόμενη πληρωμή του Αναδόχου ή, σε περίπτωση ανεπάρκειας αυτής, θα εισπράττονται με ισόποση κατάπτωση της εγγύησης πιστής εκτέλεσης ή/και της εγγύησης προκαταβολής. Σε περίπτωση όμως υπέρβασης των οριζόμενων χρόνων παράδοσης για την οποία θα έχουν υποβληθεί συνολικά ρήτρες καθυστέρησης που ανέρχονται στο 10% της συμβατικής αξίας (ή όποιου άλλου ποσοστού ορίζεται στη σύμβαση), η Αναθέτουσα Αρχή έχει το δικαίωμα να κηρύξει τον Ανάδοχο έκπτωτο και να τερματίσει τη σύμβαση.